Τρίτη 2 Σεπτεμβρίου 2014

Για το Αντιρατσιστικό Νομοσχέδιο


Τη Δευτέρα 1 Σεπτεμβρίου, στις 12:00 το μεσημέρι, στην Αίθουσα του ΔΣΑ Αθηνών, το Τμήμα Δικαιωμάτων του ΣΥΡΙΖΑ με τη συμμετοχή πολλών φορέων οργάνωσε συνέντευξη τύπου με θέμα το Αντιρατσιστικό Νομοσχέδιο. Στο πλαίσιο αυτό προσκλήθηκε να συμμετάσχει και η Πρωτοβουλία Χριστιανών κατά του Εθνοφυλετισμού, Νεοφασισμού, Νεοναζισμού. Με τη σύμφωνη γνώμη της διαχείρισης της Πρωτοβουλίας είχα τη χαρά και την τιμή να την εκπροσωπήσω.

Η εισήγησή μου, που εκφράζει και τη συνόλη διαχείριση, είχε ως εξής:





"Ευχαριστώ το Τμήμα Δικαιωμάτων του ΣΥΡΙΖΑ για την πρόσκληση στη σημερινή συνέντευξη τύπου, για ένα θέμα κοινού ενδιαφέροντος, όπως είναι το αντιρατσιστικό νομοσχέδιο. Ευχαριστώ τόσο για την ευκαιρία που έχουμε να παρουσιάσουμε τις δικές μας θέσεις σε ένα ζήτημα ζωτικής σημασίας, όσο και γιατί οι αφηγήσεις εκπροσώπων ποικίλων φορέων συμπληρώνουν και βαθαίνουν και τη δική μας κατανόηση του φαινομένου της ρατσιστικής βίας, την οποία κι εμείς από την πλευράς μας, κάπως ανάλογα, την προσλαμβάνουμε στην κοινωνία. Μια σειρά νομοτεχνικών θεμάτων που αναλύθηκαν σε βάθος συνέβαλαν επίσης και στη δική μας λεπτομερέστερη εμβάθυνση στα τεχνικά ζητήματα του υπό ψήφιση νομοσχεδίου.

Εκπροσωπώ την Πρωτοβουλία Χριστιανών κατά του Εθνοφυλετισμού, Νεοφασισμού, Νεοναζισμού, μια ανεξάρτητη διαδικτυακή πλατφόρμα, για την ακρίβεια μια ομάδα στο facebook, που αριθμεί 670 μέλη.

Η Πρωτοβουλία Χριστιανών ιδρύθηκε το Σεπτέμβριο του 2012, προκειμένου να καταπολεμήσει τα φαινόμενα του Εθνοφυλετισμού, Νεοναζισμού, Νεοφασισμού και ειδικότερα το ρίζωμά τους μέσα στον κοινωνικό χώρο της Εκκλησίας, παρά την καταφανή, καταστατική και ολοκληρωτική αντίθεσή τους με τη χριστιανική διδασκαλία. Στο πλαίσιο των δράσεών μας, συνταχθήκαμε εξαρχής με το αίτημα της σαφούς εκκλησιαστικής καταδίκης αυτών των φαινομένων στη σύγχρονή τους έκφραση. Για το μείζονα αυτό στόχο της δράσης της Πρωτοβουλίας μας συγκεντρώνουμε υπογραφές στην διαδικτυακή πλατφόρμα του go-petition. Μια τέτοια συνοδική απόφαση ελπίζουμε να ανασχέσει σημαντικά τη διείσδυση του ρατσισμού σε ένα χριστιανικό αλλά πολιτικά απαίδευτο κοινό συμπολιτών μας.

Δεν εξαντλούμαστε όμως στον ένα και μοναδικό στόχο. Ενδιαφέρει η καταπολέμηση αυτών των φαινομένων στο πεδίο των ιδεών και της πολιτικής πράξης, στο πεδίο του λόγου αλλά και του δρόμου, στις πλατείες, τις ενορίες, τις γειτονιές. Για το σκοπό αυτό ενθαρρύνουμε τα μέλη μας να αλληλεπιδρούν και να συνεργάζονται με κοινωνικούς και πολιτικούς φορείς για τη δημιουργία ενός πλατιού αντιφασιστικού μετώπου.

Η Πρωτοβουλία Χριστιανών κατά του Εθνοφυλετισμού, Νεοναζισμού, Νεοφασισμού εκτιμά ότι το κύριο αίτιο για την αδυναμία αντιμετώπισης του φασιστικού φαινομένου σήμερα δεν είναι η έλλειψη νομικών εργαλείων. Στη διαρκή υπονόμευση του δημοκρατικού πολιτεύματος και στην περιστολή του Κράτους Δικαίου, που βαθμιαία δίνει τη θέση του σε ένα Κράτος Έκτακτης Ανάγκης, οφείλουμε να αναζητήσουμε τα βαθύτερα αίτια του προβλήματος και όχι στην έλλειψη νομικού πλαισίου. Εκτιμούμε επίσης ότι ακόμα και το άριστο νομικό πλαίσιο θα είναι ανίκανο να καταπολεμήσει την έξαρση του φασιστικού φαινομένου, για όσον καιρό θα ενδημούν φαινόμενα απουσίας πολιτικής βούλησης από μεριάς των οργάνων της συντεταγμένης Πολιτείας για την εφαρμογή του στην πράξη.

Έστω κι έτσι όμως, θεωρούμε ότι ένας αντιρατσιστικός νόμος πρέπει να ψηφιστεί από τη Βουλή προκειμένου για καλύτερη, πληρέστερη και εγκυρότερη αντιμετώπιση της ρατσιστικής, φασιστικής και νεοναζιστικής πλημμυρίδας.

Καθώς επίσης και για την αντιμετώπιση της ρητορικής του μίσους, που δεν είναι διόλου ασύνδετη αλλά έχει αιτιώδη σχέση με την εμπέδωση της μισαλλοδοξίας και της πολιτικής του μίσους στο πεδίο της πράξης.

Στο πλαίσιο αυτό δηλώνουμε ικανοποίηση για την απόφαση της ΔΙΣ (Διαρκούς Ιεράς Συνόδου) της Ιεραρχίας της Εκκλησίας της Ελλάδος, που έμμεσα απέκρουσε αιτήματα από πλευράς κάποιων Ιεραρχών για καταψήφιση του νόμου, αιτήματα που εκφράστηκαν σε γλώσσα ανοίκεια επιτακτική και άκρως ασυνήθη. Το αστήριχτο και ουσιωδώς αθεολόγητο των παρόμοιων αιτημάτων έχουμε και ως Πρωτοβουλία πολύ έγκαιρα επισημάνει. Επιπλέον, σημειώνουμε με χαρά την πρώτη επίσημη συνοδική τοποθέτηση ότι: «Η Εκκλησία της Ελλάδος επί χρόνια τώρα βοηθεί και περιθάλπει χιλιάδες νομίμων και παρανόμων μεταναστών, ανεξαρτήτως θρησκευτικής πίστεως και φυλετικής καταγωγής, ακόμη και σήμερα εν μέσω της οικονομικής κρίσεως. Επιπλέον, διδάσκει όχι απλώς την ανοχή απέναντι στον «άλλον», όπως επιδιώκεται με το νομοσχέδιο, αλλά – πολύ περισσότερο – την έμπρακτη αγάπη προς τον πλησίον».

Η απόφαση αυτή είναι σταθμός και σημαντικό βήμα για την πλήρη και ολοσχερή καταδίκη του εθνοφυλετισμού, νεοφασισμού και νεοναζισμού από τη Σύνοδο της Ιεραρχίας.

*

Σε ό,τι αφορά το υπάρχον υπό συζήτηση νομοσχέδιο, μερικώς εφαρμογή μιας ευρωπαϊκής οδηγίας, διατηρούμε πλείστες όσες επιφυλάξεις.

Ο ένας λόγος για τις επιφυλάξεις είναι οργανικός και συνδέται με τον γενικότερο πολιτικό βίο των εισηγητών και της κυβέρνησης εν όλω. Δεν μπορούμε να παρασιωπήσουμε τη γενική μας πολιτική εκτίμηση για τις πρωτόγνωρες και απαράδεκτες πρακτικές σε βάρος των μεταναστών, για την ίδρυση στρατοπέδων συγκέντρωσης για αυτούς στη χώρα μας, αλλά και για τη γενικότερη αυταρχικοποίηση, αλλοίωση και διαρκώς αυξανόμενη καταστολή, που καθιστούν τη χώρα απλώς μια σκιώδη δημοκρατία. Ούτε μπορούμε να παραγνωρίσουμε ότι η κυβέρνηση εξέθρεψε επί μακρόν η ίδια τον φασισμό και τον ρατσισμό, και πολύ όψιμη και αμφίβολη είναι η προσπάθεια για να τον περιστείλει.

Ο άλλος λόγος συνδέεται με το περιεχόμενό του. Επιφυλασσόμαστε για την αοριστία τού νομοσχεδίου σε πλείστα όσα ζητήματα, και δεν κρύβουμε την ανησυχία μας για τυχόν στρεβλή χρησιμοποίησή του για αλλότριους σκοπούς: σε βάρος των κοινωνικών δικαιωμάτων, αλλά και για την καταστολή κινημάτων.

Ειδικότερα, θεωρούμε ιδιαίτερα λυπηρό ότι το νομοσχέδιο αποτυγχάνει να περάσει από το επίπεδο του λόγου στην πράξη, αποφεύγοντας να καθορίσει το ρατσιστικό έγκλημα, ή έγκλημα μεικτού κινήτρου (όπως στη Μανωλάδα Ηλείας) ως ιδιώνυμο.

Ακόμα και στο επίπεδο του λόγου δεν συμπεριλαμβάνει ρητά όλες τις μορφές ρητορικής του μίσους, παρά τα πολλά παρατηρούμενα κρούσματα βίας εναντίον ομοφυλόφιλων ή διεμφυλικών συνανθρώπων μας.

Δεν περιλαμβάνει καμία ρήτρα νομικής προστασίας θυμάτων (και ασφαλώς ούτε και μαρτύρων), με αποτέλεσμα τα περιστατικά ρατσιστικής βίας σε βάρος μεταναστών να μην μπορούν επί το πλείστον ούτε να καταγγελθούν.

Τέλος, εξαιρεί από τις προβλέψεις του τα δημόσια πρόσωπα και τους δημόσιους φορείς, αφήνοντας στο απυρόβλητο τον θεσμικό ρατσισμό. Στην Πρωτοβουλία Χριστιανών κατά του Εθνοφυλετισμού, Νεοφασισμού, Νεοναζισμού έχουμε πολλές φορές επισημάνει ότι η γενική και αόριστη καταπολέμηση της βίας συχνά σκεδάζει την ουσία του ζητήματος, ότι η βία είναι κατά κύριο λόγο συστημική, θεσμική και κρατική βία, και εκεί πρέπει κανείς κατά κύριο λόγο να κατατείνει τη δράση του.

Επιφυλλασσόμαστε επίσης σε ό,τι συνιστά φραγμό στην ελευθερία έκφρασης, ακόμα και της επιστημονικής έρευνας, και είναι ακατανόητη σ’ εμάς η ποινικοποίηση των ιστορικών θεωρήσεων, όποιο ζήτημα και να αφορούν. Αντιθέτως φοβούμαστε ότι κάθε πιθανή δημοκοπική ανοησία θα περιβληθεί την αίγλη της διωκόμενης άποψης, ενώ σε γνήσια ερευνητικούς σκοπούς θα τεθούν ενδεχομένως φραγμοί και εμπόδια.

Τέλος, δεν μπορούμε να μην επισημάνουμε τον τραγέλαφο γύρω από το ίδιο το νομοσχέδιο, με τις επανειλημμένες αποσύρσεις και επανεισαγωγές του, που συνιστά θλιβερή εικόνα του επιπέδου λειτουργίας των δημοκρατικών θεσμών και του Κοινοβουλίου στη χώρα μας.

Με όλες αυτές τις επισημάνσεις επιστρέφουμε στο αρχικό: να τονίσουμε ότι δεν μπορείς να αντιμετωπίσεις το ρατσισμό κλείνοντας παράλληλα το μάτι σε αυτόν και εκθρέφοντάς τον με εισαγωγή θεσμών απαράδεκτων για μια δημοκρατία αλλά και με την ιδεολογική του καλλιέργεια στη βάση της κοινωνίας, με την ολοένα μεγαλύτερη μετατόπιση της πολιτικής ατζέντας σε θεματολογία προσφιλή στην ακροδεξιά αλλά και με την τυχοδιωκτική αλλίευση στελεχών για την κυβέρνηση και κοινού ως δεξαμενή ψηφοφόρων από το απώτατο ακροδεξιό άκρο του πολιτικού φάσματος.

Ο ρατσισμός ενδημεί και θεριεύει ως μια ιδιαίτερα ακραία και ειδεχθής μορφή τού επί μακρόν καλλιεργούμενου κοινωνικού αυτοματισμού. Η Πρωτοβουλία Χριστιανών κατά του Εθνοφυλετισμού, Νεοφασισμού, Νεοναζισμού κρίνει ότι έχουμε πολύ δρόμο μπροστά μας για την αντιμετώπισή του. Εξάλλου, η κοινωνία θα πρέπει να αντιμετωπίσει τις συμπληγάδες των διαρκών μεταλλάξεων των πολιτικών σχηματισμών της άκρας δεξιάς, στην εξτρεμιστική αλλά και λιγότερο ριζοσπαστική μορφή τους. Για το λόγο αυτό χαιρετίζουμε τη σύνδεση και συνεργασία όλων των αντιφασιστικών και αντιρατσιστικών δυνάμεων."