Τρίτη 26 Αυγούστου 2014

Μια Ιστορική Απόφαση



Η σημερινή απόφαση της Διαρκούς Ιεράς Συνόδου της Εκκλησίας της Ελλάδας είναι ιστορικής σημασίας. Διαψεύδει τις Κασσάνδρες που έσπευσαν να θεωρήσουν ότι η στάση μιας ελάχιστης ομάδας Ιεραρχών θα επικαθορίσει το όλο, ή ότι η Εκκλησία θα παραλλάξει τη φύση της δίνοντας χώρο σε ακραία και μισαλλόδοξα κηρύγματα. Στην πραγματικότητα η απόφαση της Διαρκούς Ιεράς Συνόδου είναι κόλαφος για όλους όσους επιδίδονται σε ρητορική μίσους και ακόμα περισσότερο. Είναι μια επιχειρηματολογία γιατί η Εκκλησία είναι θεμελιωδώς αντιρατσιστική, ακολουθώντας τον σταυρωθέντα και αναστηθέντα Λόγο.

Το πλήρες κείμενο της απόφασης στην επίσημη ιστοσελίδα της Εκκλησίας της Ελλάδος, από όπου και η φωτογραφία.

Παρασκευή 22 Αυγούστου 2014

Η γλώσσα κόκαλα δεν έχει και κόκαλα τσακίζει!





Η Πρωτοβουλία Χριστιανών ιδρύθηκε προκειμένου να καταπολεμήσει τα φαινόμενα του Εθνοφυλετισμού, Νεοναζισμού, Νεοφασισμού και ειδικότερα το ρίζωμά τους μέσα στον κοινωνικό χώρο της Εκκλησίας, παρά την καταφανή, καταστατική και ολοκληρωτική αντίθεσή τους με τη χριστιανική διδασκαλία. Στο πλαίσιο των δράσεών μας, συνταχθήκαμε εξαρχής με το αίτημα της σαφούς εκκλησιαστικής καταδίκης αυτών των φαινομένων στη σύγχρονή τους έκφραση. Πολλές μεμονωμένες δηλώσεις μητροπολιτών και του μακαριωτάτου αρχιεπισκόπου έχουν καταγραφεί, αλλά ουδέποτε απεφάνθη η Εκκλησία συνοδικώς για το ζήτημα. Σήμερα όμως, εξ αφορμής του αντιρατσιστικού νομοσχεδίου, βλέπουμε κάποιους άλλους μητροπολίτες να εγκαλούν την Εκκλησία και να την καλούν, με έωλα και αντιφατικά επιχειρήματα, να αντιταχθεί στην ψήφισή του. Οι εν λόγω μητροπολίτες, ενώ επικαλούνται την ελευθερία της συνείδησης και της γνώμης –ακόμα και όταν η «ελευθερία της γνώμης» συνίσταται στο κατ’ αυτούς δικαίωμα να καταρώνται και να καθυβρίζουν από άμβωνος οποιονδήποτε συμπολίτη ή ομάδα συμπολιτών δεν είναι της αρεσκείας τους–, την ίδια στιγμή συγχαίρουν δημοσίως την παρέμβαση βουλευτών της ΝΔ, που ζητούν να επεκταθεί η ποινικοποίηση της γνώμης αναφορικά με την αμφισβήτηση του εβραϊκού Ολοκαυτώματος, ώστε να συμπεριληφθούν και άλλες γενοκτονίες στο νομοσχέδιο που θα συζητηθεί στην Ελληνική Βουλή.

Η Πρωτοβουλία Χριστιανών κατά του Εθνοφυλετισμού, Νεοναζισμού, Νεοφασισμού εκτιμά ότι το κύριο αίτιο για την αδυναμία αντιμετώπισης του φασιστικού φαινομένου δεν είναι η έλλειψη νομικών εργαλείων. Στη διαρκή υπονόμευση του δημοκρατικού πολιτεύματος και στην περιστολή του Κράτους Δικαίου, που βαθμιαία δίνει τη θέση του σε ένα Κράτος Έκτακτης Ανάγκης, οφείλουν να αναζητηθούν τα βαθύτερα αίτια του προβλήματος και όχι στην έλλειψη νομικού πλαισίου. Εκτιμούμε επίσης ότι ακόμα και το άριστο νομικό πλαίσιο θα είναι ανίκανο να καταπολεμήσει την έξαρση του φασιστικού φαινομένου, για όσον καιρό θα ενδημούν φαινόμενα απουσίας πολιτικής βούλησης από μεριάς των οργάνων της συντεταγμένης Πολιτείας για την εφαρμογή του στην πράξη.

Έστω κι έτσι όμως, θεωρούμε ότι ένας αντιρατσιστικός νόμος πρέπει να ψηφιστεί από τη Βουλή προκειμένου για καλύτερη, πληρέστερη και εγκυρότερη αντιμετώπιση της ρατσιστικής, φασιστικής και νεοναζιστικής πλημμυρίδας. Χωρίς απαραίτητα να στοιχιζόμαστε με το υπάρχον νομοσχέδιο και χωρίς να κρύβουμε την ανησυχία μας για τυχόν στρεβλή χρησιμοποίησή του για αλλότριους σκοπούς εις βάρος των κοινωνικών δικαιωμάτων, θεωρούμε εντούτοις ότι οι δημόσιες παρεμβάσεις των σεβ. μητροπολιτών Πειραιώς Σεραφείμ, Κυθήρων Σεραφείμ, Αιτωλίας Κοσμά και Γόρτυνος Ιερεμία δεν τιμούν ούτε τους ίδιους, ούτε το μοναχικό τους σχήμα, ούτε την επισκοπική τους ιδιότητα.

Θα θέσουμε το θέμα ξεκάθαρα: Ενώ όλοι, ως άνθρωποι, αγωνιζόμαστε για την ηθική μας τελείωση και εμβαπτιζόμαστε στην παράδοση και την εμπειρία της Εκκλησίας μας, δεχόμενοι και καθοδήγηση των πιο προχωρημένων από εμάς στην πνευματική ζωή, θεωρούμε ότι ο τρόπος που γίνεται το «ηθικοπλαστικό» κήρυγμα από ορισμένους εκκλησιαστικούς ταγούς, όχι μόνο δεν υπηρετεί το ζητούμενο, αλλά αντίκειται και στις θεμελιωδέστατες αυτές αρχές της χριστιανικής πίστης και ζωής, που είναι η αγάπη και η ελευθερία.

Και πιο καθαρά: Διαρκώς περιστρέφεται ο λόγος ορισμένων ιεραρχών, που καταλαμβάνουν (και χάρη σε αυτό) προνομιακή θέση στο δημόσιο λόγο, σε μία γκάμα ζητημάτων ηθικής γύρω από το υπογάστριο. Συνάμα αποσιωπώνται ουσιωδέστατα ζητήματα ηθικής, που ήταν τα πρώτα σε προτεραιότητα στο λόγο του Κυρίου μας Ιησού Χριστού και των Πατέρων. Ο λόγος για τη χριστεμπορία, τον φαρισαϊσμό, τον πλούτο, την υποκρισία, την αδικία, τον τοκισμό, την άδικη φορολογία, τη στέρηση του εργατικού μισθού, την αγάπη στον αδερφό, τον ξένο, τον φυλακισμένο, τον εχθρό...

Είναι φανερό ότι διά επιλογών και παρασιωπήσεων η χριστιανική ηθική αλλοιώνεται εν όλω. Επειδή το πρόβλημα κορυφώνεται, θα θέσουμε το ζήτημα επί τον τύπο των ήλων. Η επιλεκτική επικέντρωση σε θέματα περί το υπογάστριο, φοβούμαστε ότι δεν αποσκοπεί παρά στην εξουθένωση του πλησίον και στην αυτοδικαίωση των ηθικολογούντων, ξεχνώντας ότι όλοι μας είμαστε συγκληρονόμοι του Αδάμ και ουδείς αναμάρτητος. Ο Χριστός δεν είπε ο “ενάρετος σε έναν τομέα”, αλλά ο «ἀναμάρτητος πρῶτος τὸν λίθον βαλέτω». Εμείς κοινωνούμε του θανάτου του Ιησού Χριστού, «ἵνα καὶ συζήσωμεν Αὐτῷ». Ο χωρισμός από την αγάπη του Χριστού είναι η κατεξοχήν αμαρτία και ο θάνατος.

Πέραν τούτου, οι ρητορικές αυτές κορώνες, που βομβαρδίζουν διαρκώς το «ποίμνιο», δίνουν τη θέση τους στην αιδήμονα σιγή, όταν τα ίδια φαινόμενα εντοπίζονται στους κόλπους της Ιεραρχίας και στους περί αυτήν κύκλους. Η ηθική μετατρέπεται έτσι σε ηθική δύο ταχυτήτων, όπου άλλα κριτήρια ισχύουν για το ποίμνιο και άλλα για το επίπεδο των συναδέλφων αρχιερέων. Τα ίδια φαινόμενα που, όταν πρόκειται για το «ποίμνιο», επισύρουν την «ιερή οργή» των περί τα γενετήσια ακαταπαύστως ηθικολογούντων, αντιμετωπίζονται παραδόξως με συναδελφική αβροφροσύνη, όταν κάνουν την εμφάνισή τους ανάμεσα στους «ταγούς».

Δυστυχώς όμως, ακόμα και αν σιωπήσουμε εμείς, η κοινωνία βλέπει και κρίνει. Και δεν ανέχεται άλλο να περιφέρεται διαρκώς ένα κρεβάτι στο δημόσιο διάλογο, και δη στον εκκλησιαστικό λόγο, το οποίο φωταγωγείται με προβολείς στις πιο απίθανες λεπτομέρειές του. Από το φως του Χριστού πέφτουμε στη φωτισμένη κλειδαρότρυπα. Όποιος λοιπόν αντιλαμβάνεται τον ποιμαντορικό του ρόλο με όρους κοινωνίας του θεάματος, με όρους κοινωνίας του θεάματος θα κριθεί. «Ἐν ᾧ γὰρ κρίματι κρίνετε κριθήσεσθε, καὶ ἐν ᾧ μέτρῳ μετρεῖτε μετρηθήσεται ὑμῖν». (Ματθ. 7,2)